Περπατούσα κοντά στο Σύνταγμα, στη Βασιλίσσης Σοφίας, πλάι στη Βουλή… Είδα έναν άντρα ντυμένο στο κουστούμι του να τον δείχνουν δειλά δειλά μερικά δάχτυλα, να τον ακολουθούν ψίθυροι: «Αυτός. Αυτός τα ‘χει φάει…» Ψίθυροι σιγανοί, προσεκτικοί, «μη μας ακούσει κανείς κι έχουμε μπλεξίματα…».
Πιο κάτω, έξω από το σταθμό του Μετρό φωνές
:
- «Μα κύριε αστυνόμε…»
- «Ρε σήκω φύγε»
- «Μα το βιολί μου παίζω…»
- «Ρε ακούς;»
- «Μα ομορφαίνω την ατμόσφαιρα, την κάνω πιο ρομαντική, α… ακούστε ήχο…»
- «Θα σε μπαγλαρώσω»
- «Δεν έχετε πάει στας Ευρώπας;»
- «Ταμιακή έχεις; Κόβεις αποδείξεις;»
- «Μα…»
- «Μαύρα λεφτά. Συλλαμβάνεσαι»
«Αυτός τα ‘χει φάει…» ακολουθούσαν οι δειλές φωνούλες τον κουστουμαρισμένο άντρα που αδιάφορος περνούσε δίπλα από το περιστατικό, στο μέσο της Πλατεία.
Λίγο παρά πέρα, επί της Πλατείας, ένας σκύλος όρμιξε σε ένα μελαμψό άντρα που πωλούσε τριαντάφυλλα – το συνήθιζαν οι σκύλοι της Αθήνας… Σε ρόδες και μετανάστες!
«Ουουουούστ φασιστόσκυλο» όρμισε κατά πάνω του μια ομάδα αριστερών που ξετρύπωσε από το πουθενά… «Ασ’ το μαύρο ήσυχο». Το κυνήγησαν, το ράπισαν κι το σκυλί σωριάστηκε… Και να σου ξαφνικά οι φιλοζωικές και οι οικολόγοι, ορμίξαν κατά πάνω τους, που τόλμησαν και τα έβαλαν οι «ανεγκέφαλοι» με το αδέσποτο το ζώο. Κι όλοι οι ανεγκέφαλοι – και οι «μυαλωμένοι» – μαζί πιαστήκανε στα χέρια…
«Ζήτω ο Ελληνάρας, ο πεσόντας Ήρωας σκύλος» είπε ο δεξιός στην εκπομπή του… και του ‘κάψαν το βιβλιοπωλείο!
«Έξω οι μετανάστες», επέμεινε.
«Έξω οι φασίστες»
«Έξω οι μαύροι»
«Έξω οι Αμερικάνοι»
«Έξω η Τρόικα»
«Έξω οι αναρχικοί»
«Έξω το κεφάλαιο»
«Έξω οι τρομοκράτες»
Έξω ο ένας, έξω ο άλλος… Άσε θα φύγουμε εμείς!
Και προχωρώντας λίγα βήματα εμφανίστηκαν οι κάμερες να καταγράψουν το συμβάν:
- «Πείτε μας δυο λόγια»
- «Ναι, βεβαίως…»
- «Α! Έλληνας είσαι; Οι μετανάστες πουλάνε περισσότερο!»
- «…»
Τα βήματά μου με ‘βγάλαν στις γειτονιές του κέντρου… Μια πολύχρωμη εικόνα να παίζει κυνηγητό σχηματίστηκε. «Κλέφτες κι αστυνόμοι» σαν όταν ήμασταν παιδιά… Ποιος ήταν ο «κλέφτης»; Ποιος ο «αστυνόμος»; Μαύροι κυνηγούσαν λευκούς. Λευκοί κυνηγούσαν μαύρους. Ασθενοφόρα, αίματα, σειρήνες, αγωνία, σφαίρες… Και το κυνηγητό συνεχιζόταν… Σαν όταν ήμασταν παιδιά… Γυρεύαν το τρόπαιο… Μα τρόπαιο ο τρόμος!
Μεταβολή. Περπάτησα πίσω ως τη Σταδίου… Κόρνες, φασαρία, κόρνες, φωνές, κόρνες, βλαστήμιες, κόρνες, αγριάδες, κόρνες, χαμός, κόρνες…
- «Πάλι σε πορεία πέσαμε ρε φίλε…»
- «Ναι, ναι… Η Ελλάδα της αργίας και της απεργίας!»
- «Σώπα ρε συ… Κάποιο δίκιο θα έχουν που φωνάζουν…»
- «Κι αυτοί δίκιο έχουν, κι εγώ δίκιο έχω…»
«Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη…»
«Έξω οι ξένοι…»
«Νόμος είναι έξω…»
«Το δίκιο οι ξένοι του εργάτη…»
«Αχ, αχ! Μη βαράτε ρε παιδιά, όχι στο κεφάλι… Αχ! ΒΟΗΘΕΙΑ… Δεν έκανα τίποτα, όχι ρε παιδιά… Μη! Αχ…!»
- «Ρε ο κολόμπατσος τον βαράει… Τον βαράει…»
- «Αναρχοκουμούνια… Ξύλο θέλετε όλα…»
- «Πάμε να την πέσουμε στα ΜΑΤ… Όλοι ίδιοι είναι…»
- «Παρ’ τη ρε…»
- «Πάρ’ τη πίσω…»
- «Όχι χημικά…»
- «Όχι μολότωφ…»
- «Μη στο κεφάλι…»
- «Άρπα τη ρε πούστη…»
Πιασμένες χέρι χέρι οι φράσεις κάναν κύκλο. Φαύλο κύκλο τον ονόμασαν και χορεύαν σε ρυθμούς με ήχους του σώματος και κραυγές…!
Με πλησίασαν δυο-τρεις τύποι… Αλλιώτικοι ο ένας από τον άλλο: «Τι είσαι ρε;», με μια φωνή… «Τι είμαι, τι είμαι, τι είμαι;» σκεφτόμουν σαστισμένος.
- «Με ποιους είσαι;»
- «…»
- «Δεν ακούς ρε; Τι είσαι;»
- «Ε... Δεν ξέρω»
Λουσμένος στον ιδρώτα πετάχτηκα από το κρεβάτι: «ΑΝΘΡΩΠΟΣ», φώναξα δυνατά…
Άνθρωπος. Φτάνει πια…
Υ.Γ.: Δεν ξέρω τι είναι πιο παράλογο, το περίεργο τούτο κείμενο που μόλις διαβάσατε ή η αλλόκοτη εποχή που περιτριγυρίζει τη ζωή μας…
Καλή σας σκέψη!